top of page

Ντροπή, Τύψεις, Ενοχές: Το κόστος του Ανήκειν



"Είσαι κακό παιδί! Θα έπρεπε να ντρέπεσαι!"  

Νιώθω ντροπή: ΕΙΜΑΙ λάθος.


"Κοίτα τι έκανες! Αυτό ήταν πολύ κακό! Καλά, δεν έχεις τύψεις;"

Νιώθω τύψεις: ΚΑΝΩ λάθος.


"Δεν χρειάζεται να σου πω. Εσύ ξέρεις τι έκανες..."

Νιώθω ενοχή: ΦΤΑΙΩ.


Όλα δύσκολα συναισθήματα. Σωματικά τους συμπτώματα ξεκινάνε από έναν κόμπο στο λαιμό ή στην κοιλιά, ίσως ανεπαίσθητη.


Τι σημασία όμως έχει η διάκριση;

Όταν νιώθω τύψεις, είναι γιατί προκειμένου να με δεχτεί το περιβάλλον μου, χρειάζεται να έχω έναν δείκτη για το τι δεν θέλουν να κάνω. Οπότε, μαθαίνω πως το να κάνω κάτι. που δεν αρέσει στους φροντιστές/γονείς, δασκάλους, στους σημαντικούς άλλους που έχουν "περισσότερη δύναμη από μένα", θα πρέπει να μου προκαλεί τύψεις. Δηλαδή, ή να μην το ξανακάνω, ή να κάνω κάτι να το επιδιορθώσω. Όσο μπορώ να επηρεάσω τη διαδικασία, υπάρχει ελπίδα. Όσο νιώθω τύψεις, μπορώ να δείξω τι μπορώ να κάνω (ή να μην κάνω) προκειμένου να παραμείνω αποδεκτό μέλος του περιβάλλοντος μου.


Όταν όμως το τι κάνω γίνεται "ταυτότητα" τότε όχι απλά κάνω λάθος, αλλά θα πρέπει να νιώθω ντροπή γιατί ΕΙΜΑΙ λάθος. Σε αυτήν την περίπτωση ότι κι αν κάνω, ότι κι αν δεν κάνω, δεν έχει σημασία. "Είμαι λάθος" σημαίνει κάτι μόνιμο και αν το καταλάβει το περιβάλλον μου, κινδυνεύει η ίδια η ύπαρξή μου. Κάθε φορά που θα με κοιτάνε, θα βλέπουν το λάθος. Με κάθε βλέμμα θα περιμένω μια κατάκριση. Κάθε φορά θα φοβάμαι και θα αναγνωρίζω τα σημάδια της απόρριψης. Οπότε αυτό πρέπει οπωσδήποτε να το κρύψω με κάθε κόστος. Αν ένιωθα τύψεις χωρίς ντροπή, τότε δεν θα αισθανόμουν κίνδυνο να με απορρίψουν, να με διώξουν, να γίνω "οι άλλοι". Μπορεί οι συνέπειες αυτού που έκανα να μην άρεσαν, αλλά αν γενικά μπορώ να μου λέω πως είμαι αποδεκτό μέλος, τότε μπορών να λειτουργήσω σαν να ανήκω. Έχω λοιπόν και άλλη μία ευκαιρία. Μα αν νιώθω ντροπή, τότε η πραγματικότητά μου είναι μια πιο παγιωμένη κατάσταση, παγωμένη στο χρόνο, έτσι ώστε να μην πιστεύω στην ελπίδα της επανόρθωσης, της ίασης, των δυνατοτήτων. Στην πρώτη περίπτωση κινδυνεύουν τα προνόμιά μου. Στη δεύτερη, μου απαγορεύεται η ίδια η ύπαρξη. Ενστερνίζομαι το λάθος, γίνεται βιωματικό μέρος μου και για να υπάρχω χρειάζεται να το δικαιολογώ σε κάθε ευκαιρία, με κάθε τρόπο.


Στις τύψεις, τα λάθη που ίσως κάνω θα έχουν γυρισμό, είτε προς τον εαυτό είτε προς τους άλλους. Είπα κάτι, ίσως ζητήσω συγγνώμη, ίσως όχι, αλλά τώρα θα προσπαθήσω να το κάνω αλλιώς. Υπάρχει προτροπή προς την ανάδειξη του προβλήματος και της πιθανής λύσης. Στη ντροπή, το ένα ψέμα θα φέρει το άλλο και το άλλο και το άλλο, προκειμένου να "στηριχθεί" η στρεβλή πραγματικότητά μου. Για όσο διαρκεί αυτό το όνειρο -μάλλον απειλή εφιάλτη- τότε θα δικαιολογώ τα αδικαιολόγητα. Θα υφαίνω έναν ιστό από αναλήθειες (ή απλά μία μεγάλη, δεν έχει σημασία) που να αποτρέπει το... "μοιραίο". Θα ΠΡΕΠΕΙ να το κρύψω. Η εναλλακτική είναι αδιανόητη.

"Σκότωσα διότι δεν μπορούσα να αντιμετωπίσω τους ανθρώπους που ήξεραν -ή μου θύμιζαν- τι έχω κάνει και που αν ζούσαν θα το έλεγαν και σε άλλους και τότε δεν θα πίστευε ο κόσμος πως είμαι καλός άνθρωπος, απλά χάνω που και που την ψυχραιμία μου, οπότε αφού είμαι καλός άνθρωπος τους άξιζε να πεθάνουν και...".

"Η τρομπέτα είναι όργανο. Ο αστυνομικός είναι όργανο. Άρα ο αστυνομικός είναι τρομπέτα."


Πόσα τέτοια θα (μου) πω προκειμένου να μην δω βαθύτερα τον εαυτό μου, διότι έχω ήδη πειστεί πως ΕΙΜΑΙ ΛΑΘΟΣ και δεν θα δικαιούμαι να υπάρχω; Ήδη ο πόλεμος του δικαιώματος της ύπαρξης έχει χαθεί για μένα, ουσιαστικά. Εύκολα μάλιστα θα μπω όλο και πιο βαθιά σε συνήθειες που ενισχύουν την άποψή μου.

"Ακόμα κι αν τους κορόιδεψα, κάποτε ίσως με καταλάβουν και τότε... χάθηκα".

Οπότε, προσπαθώ να προλάβω το μοιραίο με όποιο τίμημα. Εκεί χάνεται το "έκανα λάθος, συγγνώμη".


Οι τύψεις είναι για κάτι συγκεκριμένο. Η ντροπή είναι για κάτι λίγο πιο... ασαφές, αλλά επειδή με αφορά, εγώ είμαι το συγκεκριμένο λάθος. Οι ενοχές όμως, είναι το πιο ασαφές από τα τρία. Πρόκειται για την περιγραφή του "φταίω". Είμαι η αιτία. Είναι κάτι που μου μοιάζει σαν να είναι τόσο ξεκάθαρο και αυτονόητο όσο οι νόμοι της φύσης. Ασκώ μια δύναμη σε ένα σώμα και αυτό θα κινηθεί ανάλογα. Μοιάζει σαν μια κοινωνική σύμβαση να έχει παγιωθεί τόσο που ως πεποίθηση, πάλι φτιάχνει την πραγματικότητά μου Σαν ένας χρωματιστός φακός που δίνει ένα στρώμα απόχρωσης πάνω από ότι περνάει το μάτι μου. Για παράδειγμα, εγώ βγαίνοντας θα περάσω καλά, ενώ ένας δικός μου άνθρωπος δεν θα βγει, οπότε δεν θα περάσει καλά, οπότε τον εγκαταλείπω, οπότε είτε κάνω κάτι κακό, είτε όχι, είτε είμαι κακός άνθρωπος, είτε όχι, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: Φταίω γιατί δεν είμαι εκεί να υποφέρω μαζί του; Φταίω γιατί δεν μπορώ να αλλάξω την κατάσταση; Φταίω... γιατί δεν ξέρω, αλλά πάντως... ΦΤΑΙΩ.

Τι; Αυτό δεν σας θυμίζει τίποτα;

Πως είναι αυτό:

"Μάνα θα βγω απόψε με τα παιδιά"

και η μισο-ψυχισμένη απάντηση

"...καλά να περάσεις παιδί μου, εγώ θα είμαι εδώ με τη γιαγιά σου...".

Αν δεν έχω αντίδοτο σε αυτή την "τοξική", γεμάτη διπλά μηνύματα, "ευχή", τότε πως αισθάνομαι; Τι δυνατότητες και εργαλεία έχω για να την αντιμετωπίσω;


Η ουσία των παραπάνω έχει μια κοινή ρίζα: Την αδυναμία μου να αντιληφθώ, να επεξεργαστώ και να ρυθμίσω τα συναισθήματά μου επιτυχώς.

Είτε η δυσκολία μου αυτή έχει να κάνει με κάποιο τραύμα που δεν κατάφερα να ξεπεράσω, είτε απλά έχει να κάνει με κάτι που δεν μου έδειξε κάποιος ποτέ, σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Οι τύψεις είναι κάτι σε σχέση με το "κάνω", κάτι δυναμικό. Οι ενοχές και η ντροπή είναι καταστάσεις που αφορούν το ψυχικό όργανο, τα συναισθήματα, τις σκέψεις, την εικόνα εαυτού -που πρώτα αποκτούμε μέσα από τα μάτια των άλλων- και οδηγούν συχνά στην αποσύνθεση, στη διάσπαση της σχέσης μου με τους γύρω. Δεδομένου λοιπόν του ότι ο άνθρωπος έχει εξελιχθεί να είναι κοινωνικό ζώο, εμφανίζεται μεγάλη ανάγκη για να μπορέσουμε ως σύνολο να αντιμετωπίσουμε άτομα που έχουν αποσχιστεί, με οποιαδήποτε δικαιολογία. Η επιρροή μας στους άλλους, μπορεί να γίνει είτε με την επιβολή είτε με την διακίνηση των εσωτερικών κινήτρων. Η "επιβολή" συχνά παραπέμπει σε βία. Πόσο καλά μας έχει βγάλει ως ανθρώπινο είδος μέχρι τώρα;


Η εναλλακτική, η ανακίνηση των εσωτερικών κινήτρων των άλλων χρειάζεται μια διάθεση που επικοινωνεί με το παιδικό κομμάτι μας. Δηλαδή, το να γυρίσουμε πίσω στην κατάσταση που μαθαίναμε τον κόσμο, πριν παγιωθεί ως "επικίνδυνος και επίπονος". Με παιχνιδιάρικη διάθεση, με αποδοχή, με την παρατήρηση γεμάτη περιέργεια και φυσικά αυτή τη μοναδική μας ικανότητα για ενσυναίσθηση, έχουμε πιθανότητες να αντιμετωπίσουμε άτομα που νιώθουν ντροπή και ως συνέπεια γίνονται "οι άλλοι". Για να γίνει αυτό, χρειάζεται πρώτα να δω τη δική μου ντροπή. Το να αποδεχθώ και να καταλάβω πως το "εμείς και οι άλλοι" είναι στην ουσία ένα "εμείς" που δεν έχει υποστεί τη σωστή σύνθεση.


Στις διαδικασίες ψυχικής υγείας, στόχος μας είναι, η προσωπική σχέση που θα κάνουμε με τον συνάνθρωπο να δημιουργεί ακριβώς αυτή τη συνθήκη σύνδεσης των δεξιών μερών του εγκεφάλου -του "εμείς". Μέσα από τη μη λεκτική επικοινωνία, την ανεκτικότητα, το καθρέφτισμα, την περιέλιξη των ιδεών και συναισθημάτων σε έναν νέο δημιουργικό τρόπο, δίνουμε τη δυνατότητα να ανελιχθούν νέες συνήθειες, νέες ιστορίες, νέες ευκαιρίες για εμπιστοσύνη (εαυτού και άλλων).


Είμαστε παραμυθάδες. Μας αρέσουν οι ιστορίες. Μας αρέσουν τα μοτίβα. Μας αρέσει το νόημα. Μας αρέσουν τα συστήματα. Μας αρέσει να ανήκουμε. Αν το κόστος του ανήκειν είναι οι ενοχές, η ντροπή, οι τύψεις, τότε χρειάζεται να εξελιχθούμε ώστε οι ιστορίες που λέμε στον -και για τον- εαυτό μας, στους άλλους να έχουν συνέχεια, νόημα και λιγότερο συναισθηματικό και υλικό κόστος.


Σημείωση: Σε αυτό το κείμενο επαναλαμβάνεται 10 φορές η λέξη "λάθος".

bottom of page